Δεν μιλάμε, απλά περπατάμε και ακούμε το ήχο του ποταμιού.
Προχωράμε βαθιά. Στα δέντρα και στις ψυχές μας, στα θέλω μας.
Τα ξερά φύλλα κάτω από τα πόδια μας στρώνουν ένα χαλί,
ετοιμάζουν τον δρόμο για να καταπατήσουμε την μακροθυμία μας.
Από το φως στο σκοτάδι, μα μόνιμα στο κρύο.
Η πραότητα της φύσης αναιρεί και ακυρώνει κάθε καλοσύνη ανθρώπινη.
Οι κούνιες άδειες, μοιάζουν σχεδόν τρομαχτικές.
Άχρωμες και παγωμένες.
Το τρίξιμο της αλυσίδας γεμίζει την υπέροχη ησυχία του δάσους.
Η ανησυχητική ηρεμία του γύρω μας κάνει το μονοπάτι ίσιο και εύκολο.
Και ας τρυπάνε τα χαλίκια τις ξυπόλητες σκέψεις μας.
Φοβόμαστε να δούμε πίσω από το φως.
Πόσο μάλλον να τρέξουμε προς τα εκεί.
Εγκράτεια. Η ψυχή διστάζει.
Για λίγο μόνο.
Καθώς περπατάμε τα μάτια μας συνηθίζουν το σκοτάδι.
Γιατί αυτό που βλέπουμε και ζούμε είναι πάνω απ΄τα ανθρώπινα, πάνω απ΄αυτά που ποθήσαμε.
Σκεφτόμαστε την επιστροφή μα η νύχτα την σβήνει και αυτή μονοκοντυλιά.
Αυτή ήταν η συμμετοχή μου στο παιχνίδι της Φλώρας, που το φιλοξένησε η Αριστέα, ΠΑΙΖΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ. Οι λέξεις που έπρεπε να χρησιμοποιηθούν είναι αυτές με το κόκκινο χρώμα.
Ευχαριστώ όσους ψηφίσαν τη συμμετοχή μου. Επίσης ευχαριστώ την Φλώρα και την Αριστέα που μας δίνουν την ευκαιρία να δημιουργούμε.
Καλά να περνάτε.
Καλημέρα.
Καλά να περνάτε.
Καλημέρα.